Κυριακή 4 Μαρτίου 2012

Η Μετανάστευση στον Καιρό της Παγκοσμιοποίησης και του Καπιταλισμού

Γράφει ο Βασίλης Στεφ. Λάππας

ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Η Παγκοσμιοποίηση όπως αυτή εξελίσσεται και διαμορφώνεται τις τελευταίες τρεις τουλάχιστον δεκαετίες ορίζεται ως ένας κυρίαρχος παράγοντας ο οποίος αποσταθεροποιεί τις εξορισμού εύθραυστες ισορροπίες ανάμεσα σε διακρατικές ακόμη και διηπειρωτικές συμφωνίες. Αυτό συμβαίνει λόγω του γεγονότος πως πλέον ισχύει η ελεύθερη κι απρόσκοπτη μεταφορά κεφαλαίων καθώς και οι μαζικές μετακινήσεις ανθρώπων. Τα παγκόσμια δίκτυα επικοινωνιών και η ραγδαία εξέλιξη της τεχνολογία αιχμής στην πληροφορική και στις μεταφορές επέτρεψαν την οικονομική και κοινωνική δικτύωση του κόσμου. Μολονότι η απελευθέρωση των αγορών χρηματιστικού κεφαλαίου και οι μεταναστεύσεις αποτελούν δυο πολύ σημαντικές παράμετροι που επιδρούν και είναι πολύ φυσικό να προκαλούν νέες ανακατατάξεις στο εσωτερικό των κοινωνιών και μάλιστα τέτοιας κλίμακας που αναμφίβολα θίγουν και καταργούν παγιωμένα δημοκρατικά δικαιώματα, τα οποία ρύθμιζαν τόσο τις εργασιακές σχέσεις, όσο και τη γενικότερη εύρυθμη κοινωνική ζωή τουλάχιστον στην Ευρώπη. Επιπλέον, η διεθνοποίηση των ροών κεφαλαίου καθοδηγούμενες από τον πόθο τους ν΄ αναζητούν αδιαλείπτως καινούργιες και πρόσφορες αγορές με δυναμισμό, αναπόφευκτα μεταβάλλουν δυσμενώς την κατάσταση και το επίπεδο διαβίωσης στις αδύναμες οικονομικά χώρες με αστραπιαία ταχύτητα, καθιστώντας τες όλο και περισσότερο ανίσχυρες να αντιμετωπίσουν όχι μόνο τη φυγή πολύτιμων για την επιβίωση και ανάπτυξη τους κεφαλαίων όσο και ανθρώπινου δυναμικού. Η μετανάστευση άλλωστε δεν αποτελεί μοναδική απόρροια των εμπόλεμων συρράξεων μα και του οξύτατου παγκόσμιου οικονομικού ανταγωνισμού. Γι΄ αυτόν άλλωστε το λόγο και διακρίνουμε την προσφυγική από την οικονομική μετανάστευση.


1. Η Μετανάστευση από τον 20ο στον 21Ο Αιώνα

Στις απαρχές του 20ου αιώνα και ιδιαίτερα λίγο πριν το ξέσπασμα του Α΄ Παγκοσμίου πολέμου οι ιμπεριαλιστικοί ανταγωνισμοί μεταξύ των μεγάλων και αποικιοκρατικών χωρών δεν άφηναν περιθώρια για επίλυση και εξομάλυνση των γεωπολιτικών και γεωοικονομικών συμφερόντων με ειρηνικά μέσα. Αποτέλεσμα αυτής της σκληρής αντιπαράθεσης ανάμεσα σε κράτη της Ευρώπης ήταν η γηραιά ήπειρος να γνωρίσει ως θέατρο πολεμικών επιχειρήσεων δύο παγκόσμιους πολέμους οι οποίοι δεν προκάλεσαν μόνο ανείπωτο ανθρώπινο πόνο με τα εκατομμύρια θυμάτων, μα και ολέθριες καταστροφές σε υποδομές κρατών και πολιτισμικής κληρονομιάς. Κι όμως παρά την πενηντάχρονη ειρήνη στην Ευρώπη ο πόλεμος δεν έφυγε από το έδαφος της. Οι διεθνείς οικονομικές κρίσεις που προέκυψαν ως εύλογο παρεπόμενο των οξύτατων καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων και γεωπολιτικών ανταγωνισμών με αιχμή του δόρατος τις αντιπαραθέσεις –ένοπλες συρράξεις – για τα ενεργειακά αποθέματα σε υδρογονάνθρακες μετά το πέρας των δύο παγκοσμίων πολέμων, παρώθησε πληθυσμούς σε βίαιους εκτοπισμούς. Αμέσως μετά την κατάρρευση του σοσιαλισμού στις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης και κυρίως έπειτα από τη διάλυση της ΕΣΣΔ, η Ευρωπαϊκή Ένωση καθοδηγούμενη εκ νέου από τις ιμπεριαλιστικές τάσεις της Γερμανίας και προκειμένου αυτή να καλύψει νέο οικονομικό ζωτικό γι΄ αυτήν χώρο –απόλυτα πιστή στην παράδοση και στη μελέτη της ποσοτικής γεωγραφίας – θέλησε κι επέβαλε την πολιτική της να αποφασίσει τελικά η Ε.Ε. τον κατακερματισμό της Ομόσπονδης Γιουγκοσλαβίας μέσα από την ανεξαρτητοποίηση της Σλοβενίας και της Κροατίας τον Δεκέμβριο του 1991. Οι συνέπειες κι αυτού του πολέμου μετρούνται σε ανθρώπινες ζωές, υλικές καταστροφές και μαζικά ρεύματα προσφύγων τα οποία κατευθύνθηκαν σε όμορα κράτη. Το 1999 η βάναυση καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων της αλβανόφωνης μειονότητας του Κοσσυφοπεδίου έδωσε το έναυσμα ώστε οι δυνάμεις του ΝΑΤΟ να εφορμήσουν εναντίον της Σερβίας με προσχηματικό λόγο τη διάσωση και ασφάλεια των απειλούμενων από το Σερβικό καθεστώς του Μιλόσεβιτς Αλβανών του Κοσσόβου και με πραγματικό στόχο την ανατροπή του Σέρβου ηγέτη. Τελικά η χώρα υπέστη σημαντικές καταστροφές, τα ανθρώπινα θύματα υπήρξαν εκατοντάδες και μέσα σε διάστημα 78 ημερών που διήρκησε το «σφυροκόπημα» του ΝΑΤΟ επί της αδύναμης βαλκανικής χώρας, η οικονομία της Σερβίας επιδεινώθηκε δραματικά, πλήττοντας με αυτόν τον τρόπο τους ίδιους τους πολίτες και ειδικά εκείνους που ούτως ή άλλως ανήκαν στα φτωχά κοινωνικά στρώματα. Και σε αυτήν την περίπτωση η προσφυγική μετανάστευση υπήρξε σημαντική.
Στην παρούσα εργασία συνεπώς εξετάζουμε τον συσχετισμό που ενυπάρχει ανάμεσα στη μετανάστευση και τον κοινωνικό διαχωρισμό εντός των πόλεων.

2. Πως Μεταβάλλει η Παγκοσμιοποίηση τις Ροές και τις Δομές.

Μέσα στο πέρασμα των χρόνων και με την Παγκοσμιοποίηση να εξελίσσεται και να λαμβάνει χαρακτηριστικά μοντέλου και μακρόπνοου σχεδιασμού προέκυψε σταδιακά αλλαγή στη σύνθεση των μεταναστών, στους τόπους προορισμού και προέλευσης, την επαγγελματική διάρθρωση των κοινοτήτων των μεταναστών όπως επίσης και τους τρόπους κινητοποίησης τους που πλέον υπερβαίνουν τα σύνορα και γίνονται διεθνικοί, παγκόσμιοι. (Λ.Λεοντίδου, 2010 σελ 364)
. Στους τύπους μετανάστευσης συναντάμε και ομάδες γραφειοκρατών κι εύπορων να μετακινούνται εντός των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης όπως και κάποιοι που μεταναστεύουν σε οικισμικούς τουριστικούς τόπους επιδιώκοντας να απολαύσουν τις ανέσεις ενός ποιοτικού περιβάλλοντος με γεωφυσικό κάλλος δίχως όμως να στερηθούν και τη δυνατότητα της εργασίας πρόκειται για μια ιδιαίτερη τάξη μεταναστών που διέπονται από μόρφωση, ευμάρεια και κοσμοπολιτισμό. Αυτός όμως ο τύπος σε καμία περίπτωση δεν αποτελεί πολυπληθές και συμπαγές μεταναστευτικό ρεύμα.

3. Καπιταλισμός Και Οικονομική Μετανάστευση

Βεβαίως είναι αλήθεια πως στη σκακιέρα των γεωστρατηγικών στόχων οι ηγεμονικές δυνάμεις του πλανήτη δεν διστάζουν να επιβάλλουν με καθ΄ οιονδήποτε τρόπο την πυγμή τους. Ο καπιταλισμός άλλωστε ως οικονομικό σύστημα δεν αφήνει περιθώρια για αλτρουισμούς και ευαισθησίες. Απόλυτα σύμφυτος με όλες τις εκφάνσεις του κοινωνικού δαρβινισμού αποσκοπεί στην επιβίωση του ισχυρότερου. Είναι σαφές πάντως πως η οικονομική επέκταση και ισχύς αναντίλεκτα γεννά προϋποθέσεις πολιτικής ισχύος. Ασφαλώς και το τίμημα της εξάρτησης και πολύ περισσότερο της υποταγής ενός κράτους από κάποιο άλλο το επωμίζεται ο λαός, πότε με δραματική συρρίκνωση του εισοδήματος και παράλληλη υποβάθμιση του βιοτικού επιπέδου του και άλλοτε πάλι μεταναστεύοντας σε χώρες όπου μπορεί να διεκδικήσει καλύτερες συνθήκες διαβίωσης χρησιμοποιούμενο όμως ως χαμηλά αμειβόμενο εργατικό δυναμικό.

Η γεωγραφία της Νότιας Ευρώπης γνώρισε στο διάβα των αιώνων μεγάλες μετακινήσεις πληθυσμών και αυτό συνέβαινε συνήθως ως απόρροια των εξαιρετικά αρνητικών συνθηκών για τη διαβίωση των φτωχών. Ωστόσο, από τις αρχές της δεκαετίας του 1980 κι εντεύθεν παρατηρούμε πως τα κράτη της περιοχής που κάποτε έστελναν εργατικό δυναμικό σε αναπτυγμένα κράτη της Ευρώπης ή αλλού στον δυτικό κόσμο σταδιακά και πάντως μέσα σε δυο δεκαετίες μετατρέπονται σε χώρες υποδοχής μεταναστευτικών ρευμάτων. Κυρίως από γεωγραφικούς τόπους που γνώρισαν δραματικές ανατροπές όπως ήταν τα κράτη της άλλοτε Σοβιετικής Ένωσης και Ανατολικής Ευρώπης κυρίως όμως των Βαλκανίων και της Βόρειας Αφρικής. Ειδικά δε από τα μέσα της δεκαετίας του 1990 εκδηλώνεται μαζική φυγή Αλβανών και Γιουγκοσλάβων προς την Ελλάδα, την Ιταλία και την Ισπανία. Δεν θα πρέπει να διαφεύγει της προσοχής μας ότι η έλευση των κουρασμένων κι απελπισμένων ανθρώπων στα προαναφερόμενα κράτη προκάλεσε σωρεία εσωτερικών κοινωνικών προβλημάτων εξαιτίας των ελλείψεων σε κέντρα φιλοξενίας καθώς και της ομαλής ένταξης τους στον κοινωνικό ιστό. Ασφαλώς η εγκατάσταση τους υποβοηθήθηκε από μια σειρά παραγόντων όπως οι άτυπες σχέσεις στην οργάνωση παραγωγής, η διόγκωση του τομέα υπηρεσιών σε κύκλο εργασιών, η εποχική εργασία στους κλάδους της γεωργίας και των κατασκευών, προσέφεραν ευκαιρίες και δυνατότητες απασχόλησης στους μετανάστες ενώ η απουσία συνδικαλιστικής κάλυψης αποτέλεσε ένα ακόμη ισχυρό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα για την εκμετάλλευση τους ως ανειδίκευτο εργατικό δυναμικό ( Β. Αράπογλου επιμ. 2008 σελ 140). Η εξέλιξη αυτή επέτρεψε σε γαιοκτήμονες, επιχειρηματίες –εργολάβους - να αναζητήσουν και τελικά να βρίσκουν μια «αστείρευτη πηγή» από πεινασμένους σχεδόν ρακένδυτους αλλοδαπούς εργάτες. Η νέα κατάσταση που διαμορφώθηκε προκάλεσε σαν συνέπεια την εκτίναξη της ανεργίας για τους ημεδαπούς εργάτες και τη ραγδαία επιδείνωση του πραγματικού κι όχι του θεωρητικά και νόμιμα κατοχυρωμένου ημερομισθίου. Με αυτή τη διαδικασία όπως ήταν φυσικό και ιστορικά αναγνωρίσιμο προέκυψε η ανάπτυξη ξενοφοβικών και ρατσιστικών αισθημάτων τα οποία βρήκαν σύντομα και πολιτική έκφραση. Αν και τα κύματα των μεταναστών εξαπλώθηκαν σε ό,τι αφορά την Ελλάδα σε όλη την επικράτεια, εντούτοις η συντριπτική πλειονότητα τους συγκεντρώθηκε στα μεγάλα αστικά κέντρα, στα νησιά του Αιγαίου, και στην Κρήτη. Ειδικά στην Αττική σύμφωνα με έρευνα της ΕΣΥΕ που προκύπτει από την απογραφή του 2001 οι Αλβανοί καταλαμβάνουν ως ποσοστό των αλλοδαπών το 63,9% και τα υπόλοιπο μοιράζονται οικονομικοί μετανάστες άλλων εθνικοτήτων που προέρχονται κατά κύριο λόγο από την Ευρώπη και δη από κράτη μέλη της Ε.Ε. Μόλις ένα 11% περίπου προέρχεται από χώρες όπως Τουρκία, Ιράκ, Ρωσία και Ουκρανία. (Β. Αράπογλου επιμ. 2008 σελ 149).

4. Η Σύγχρονη Μετανάστευση Και η Διαμόρφωση των Πολύχρωμων Πόλεων.

Στον Ευρωπαϊκό χώρο η έλευση μεταναστών από την Αφρική ως απόρροια της δημογραφικής κρίσης και μετά από το τέλος της ψυχροπολεμικής περιόδου και από την Κεντρική κι Ανατολική Ασία επέφερε στις πόλεις μια πολυχρωμία. Η οποία εστιάζονταν στα ιδιαίτερα εθνοτικά και πολιτισμικά χαρακτηριστικά. Έτσι πλέον ο διαχωρισμός εντός των πόλεων δεν εξαντλούνταν στις ταξικές διακρίσεις και ανισότητες που αυτές ούτως άλλως υπήρχαν ως πάγιο γνώρισμα του καπιταλιστικού μοντέλου οικονομικής ανάπτυξης αλλά αποκτούσε και άλλες ιδιαιτερότητες που συνδέονταν με εθνικά και πολιτισμικά στοιχεία. Συνεπώς η αλλαγή των πόλεων δεν εξαρτάται αποκλειστικά και μόνο από εξωγενείς –διεθνείς παράγοντες αλλά αντιθέτως και από τοπικούς –ενδογενείς. (Β. Αράπογλου επιμ. 2008 σελ 141). Συνεπώς παρατηρείται σταδιακά μια διαδικασία μορφογένεσης. Με άλλους λόγους, παρατηρούμε να λαμβάνει χώρα ένας βαθμιαίος μετασχηματισμός στον υλικό ιστό της πόλης. Η μορφολογία της πόλης αλλάζει όχι επειδή ένας νέος ιστός προστίθεται στην πόλη αλλά και γιατί ο ίδιος ο ιστός της πόλης τροποποιείται. Έτσι, λοιπόν είναι καθαρό πως κάθε διαδοχική φάση αστικής ανάπτυξης επηρεάζεται αναμφίβολα από τις κοινωνικές, οικονομικές και πολιτιστικές δυνάμεις που δρουν εντός της πόλης. Κάθε φάση προσθέτει νέο ιστό είτε με προσθήκες είτε με αντικατάσταση παλαιότερων. (P. Knox – S. Pinch 2009 σελ 133).


5. Πως Ορίζεται και πως Καταγράφεται ο Κοινωνικός Διαχωρισμός

Η κατοίκηση επιμέρους κοινωνικών ομάδων σε μια πόλη σε διαφορετικές μεταξύ τους περιοχές δηλώνεται ως κοινωνικός διαχωρισμός. Έτσι όταν χωρίζουμε τον πληθυσμό μιας πόλης σε γηγενείς και μετανάστες τότε επιχειρούμε να μελετήσουμε τον διαχωρισμό των μεταναστών. Δηλαδή τον τύπο της μετανάστευσης, την εθνική και φυλετική ταυτότητα τους, την ιθαγένεια. Πρότυπα διαχωρισμού αποτυπώνονται με ειδικούς δείκτες όπως είναι ο συντελεστής χωροθέτησης. Σύμφωνα με τον οποίο καταδείχνεται η εκπροσώπηση μιας εθνοτικής ή κοινωνικής ομάδας σε μια συγκεκριμένη περιοχή. Στην συνέχεια χρησιμοποιούμε τον δείκτη «ανομοιότητας» με τον οποίο αποτυπώνουμε συνολικά πως μια ομάδα μεταναστών ή κοινωνική τάξη διαφοροποιείται από τον υπόλοιπο πληθυσμό. Δίνουμε λοιπόν την τιμή 1 όταν ισχύει απόλυτος διαχωρισμός και 0 όταν δεν ισχύει καθόλου διαχωρισμός. Με βάση τα διεθνή στατιστικά δεδομένα όταν ο δείκτης ξεπερνά το 0.5 τότε λαμβάνεται απόφαση μετακίνησης της ομάδας προκειμένου να επιτευχθεί ίση χωρική κατανομή. Τέλος ένας ακόμη δείκτης που συνδράμει στην έρευνα είναι εκείνος της «ποικιλομορφίας» που αποτυπώνει την τάση συνύπαρξης ή διαχωρισμού περισσότερων μεταναστευτικών ομάδων. (Β. Αράπογλου επιμ. 2008 σελ 145).

Σημαντικό ενδιαφέρον παρουσιάζει η προσέγγιση της σχολής του Σικάγο η οποία εξετάζει τον διαχωρισμό των μεταναστών και την ομαλή ένταξη τους στο κοινωνικό σύνολο, ξεκινώντας πρώτα και κύρια με τις κοινωνικές και πολιτιστικές σχέσεις που αναπτύσσουν με την πλειονότητα και στη συνέχεια με τις διαδικασίες μετασχηματισμού με τις δομές της πόλης. Πάντως, αποτελεί ιστορικά και κοινωνιολογικά παραδεκτό γεγονός πως οι κοινωνικές σχέσεις των μεταναστών με το γηγενές στοιχείο ακολουθεί έναν κύκλο αρχικά επαφής, ακολούθως ανταγωνισμού, κατόπιν αποκατάστασης και τελικά αφομοίωσης τους από την πολιτισμική ταυτότητα της πλειονότητας. (Β. Αράπογλου 2007 σελ 12).

Σε κάθε περίπτωση οφείλουμε να επισημάνουμε πως υπάρχουν και μειονότητες εθνοτικές ή ακόμη και ταξικές που επιλέγουν την περιχαράκωση και την απομόνωση τους στο κοινωνικό περιθώριο, αρνούμενοι να υπαχθούν στην κατεστημένη νόρμα είτε από πεποίθηση είτε εξαιτίας της ολιγωρίας των πολιτειακών θεσμών. Καθιστώντας ένα γκέτο το οποίο σταδιακά εξελίσσεται σε επαπειλούμενο σπινθήρα που εγκυμονεί τον κίνδυνο σε μακροπρόθεσμη προοπτική να δημιουργήσει προϋποθέσεις εξέγερσης. Εξάλλου η αντίληψη της σχολής του Σικάγο αμφισβητήθηκε τόσο στις Η.Π.Α. όσο και στη Βόρεια Ευρώπη. Στις ΗΠΑ η παρουσία Ασιατών και Ισπανοφώνων κατέδειξε ακριβώς την επανάληψη του φαινομένου των γκέτο και προαστίων κατοικούμενα από «μαύρους» και από «λευκούς» αντιστοίχως .

Συμπερασματικά μπορούμε να πούμε πως οι μεταναστεύσεις είναι το αποτέλεσμα μιας σειράς πολιτικών καταστάσεων κυρίως οικονομικών και ειδικά καπιταλιστικών - πλέον στις μέρες μας - κρίσεων που συνάδουν άμεσα με το βαθμό, τις ευκαιρίες και τις δυνατότητες οικονομικής ανάπτυξης καθώς κι ευημερίας των πολιτών. Αναμφίβολα από την εμφάνιση του καπιταλισμού ως συστήματος οργάνωσης των οικονομιών διαμορφώθηκαν οι προϋποθέσεις για μαζικές μετακινήσεις ανθρώπων. Σήμερα πια στον 21ο αιώνα δεν μπορούμε ν΄ αναφερόμαστε σε αμιγείς εθνικά χώρες. Η πολυπολιτισμικότητα ως διαπίστωση της ποικιλομορφίας ενώ θεωρητικά δείχνει αθώα και προβάλλεται συνήθως με θετικό πρόσημο για την κοινωνική πρόοδο στην πραγματικότητα εμφανίζεται ως βραδυφλεγής βόμβα έτοιμη να δυναμιτίσει το κοινωνικό περιβάλλον και να αποσταθεροποιήσει ακόμα και τη δημοκρατική λειτουργία πολλών κρατών ακόμη κι εντός της Ευρώπης. Θυμίζω άλλωστε τις επιδιώξεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής να «οικοδομήσει» μια «Ευρώπη φρούριο». Η συνθήκη “Σέγκεν” όπως και της πρόσφατα εγκριθείσας “Λισαβόνας” μπορεί να επιτρέπουν την ελεύθερη διακίνηση πολιτών της Ε.Ε. ωστόσο μετανάστες προερχόμενοι εκτός των συνόρων της Ε.Ε. καθίσταται όλο και περισσότερο δυσπρόσιτη η άφιξη τους στον ευρωπαϊκό χώρο. Παρ΄ όλα αυτά, η λαθραία είσοδος ανθρώπων μέσα από γεωφυσικές πύλες όπως είναι το Αιγαίο παραμένει σε υψηλό ποσοστό. Τέτοιο μάλιστα ώστε εξαναγκάζουν την Ελλάδα να ζητήσει την αρωγή και την τεχνογνωσία της Κομισιόν και μέσω του κατασταλτικού μηχανισμού της Frondex ενισχύεται η περιφρούρηση των συνόρων της. Ενώ οι πολιτικές διενέξεις για το αν πρόκειται για πρόσφυγες ή οικονομικούς μετανάστες ή λαθρομετανάστες οξύνει το ήδη τεταμένο στο εσωτερικό της κοινωνίας κλίμα. Συν τοις άλλοις, η διεύρυνση των κοινωνικών ανισοτήτων, της αύξησης της ανεργίας και της εξάπλωσης της φτώχειας στα μικρομεσαία κοινωνικά στρώματα καθιστούν δυσχερή την αποσόβηση του κοινωνικού αποκλεισμού ειδικά σε ομάδες του πληθυσμού που διαφοροποιούνται από το ευρύτερο σύνολο και εξωθούνται στο περιθώριο.



ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
1. Αράπογλου Β : Ευρωπαϊκές Γεωγραφίες, Τεχνολογία και Υλικός Πολιτισμός, επιμ. εκδ΄ ΕΑΠ, Πάτρα 2008
2. Λεοντίδου Λ. :Αγεωγράφητος Χώρα, εκδ. Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 2010
3. Αράπογλου Β. :Σημειώσεις Παραδόσεων Αστικής Κοινωνιολογίας , οικονομική αναδιάρθρωση, κοινωνική πόλωση και διαχωρισμός των μεταναστών στην Αθήνα, 2007 Τμήμα Κοινωνιολογίας Πανεπιστήμιο Κρήτης Ρέθυμνο.
4. Knox P & Pinch S. : Κοινωνική Γεωγραφία των Πόλεων εκδ. Σαββάλας Αθήνα 2009.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου